28 Μαρτίου 2007

Οι ναρκομανείς της ανάπτυξης


"Οι ναρκομανείς της ανάπτυξης είναι έτοιμοι να πληρώσουν όλο και περισσότερο, για να απολαύσουν όλο και λιγότερο"
Ιβάν Ίλιτς

Γιατί άραγε ο Ίλιτς χαρακτηρίζει τους οπαδούς της ανάπτυξης ναρκομανείς;
Ο μέσος άνθρωπος έχει διαρκώς ανάγκη από νέες εμπειρίες, νέες επιθυμίες που θα τον βγάλουν από την ανία και τη φρίκη του τίποτε, του κενού που βιώνει. Η ανάπτυξη έχει μπει στην οικονομική σκέψη ως αυτοσκοπός, ως το ελιξήριο της οικονομικής ζωής και της ευτυχίας. Κάθε προοπτική μιας ήπιας και ποιοτικής οικονομίας, σαν μια ανάπαυση της ψυχής και χαλάρωση από το εργασιακό στρες και το κέρδος, προβάλει με μια προοπτική καταστροφής αυτού που έχουμε αλλά και αυτού που προσδοκούμε να έχουμε.
Η προσδοκία λοιπόν ως κατεξοχήν επιθυμησιακή είναι ένα "ναρκωτικό" που κατακυριεύει το νου. Δείτε έναν ερωτοχτυπημένο άνθρωπο πως βασανίζεται και πως υποφέρει μέσα από τη πιθανότητα (δηλαδή την προσδοκία) να έχει κάποια σχέση με το ερωτικό αντικείμενο του πόθου του και δείτε πως αυτό σταματά αμέσως μόλις συνειδητοποιηθεί ότι δεν υπάρχει καμία προοπτική άρα και καμία πλέον προσδοκία ότι ήταν δηλαδή μια απλή φαντασίωσή του.
Ο άνθρωπος λοιπόν προσπαθεί να ξεφύγει από τον ίδιο του τον εαυτό που δεν μπορεί να συνειδητοποιήσει πως η κόλαση και ο παράδεισος βρίσκονται μέσα του και τα κλειδιά για τη μία ή τον άλλο τα κρατάει ο ίδιος. Οι επιλογές μας είναι η θέλησή μας. Η επιθυμία είναι κυριολεκτικά ο εχθρός της θέλησης ή καλύτερα η απουσία της.
Μέσα από την απουσία της θέλησης και τον έλεγχο της επιθυμίας ο άνθρωπος καταλήγει να γίνεται έρμαιο των συνθηκών και της ίδιας της επιθυμίας του. Βραχυκυκλώνεται σαν το μέθυσο στο διάλογό του με τον μικρό πρίγκηπα, από το βιβλίο "Ο Μικρός Πρίγκηπας" του Αντουάν ντε Σαιντ Εξυπερύ:
"-πίνω για να ξεχάσω
-Για να ξεχάσεις τι;
-Για να ξεχάσω ότι πίνω"

Βλέπουμε εδώ ότι ο βασικός ψυχολογικός μηχανισμός του μέθυσου είναι η άγνοια. Δεν ξέρει τι του συμβαίνει! Το ίδιο όμως και του ναρκομανή. Το ίδιο και του ανθρώπου που αποζητά με πάθος το κέρδος και τι δύναμη.
Αλλά όταν μιλάμε για τον πλούτο, τα πράγματα γίνονται πολύ χειρότερα καθώς η προσδοκία του κέρδους είναι κοινωνικά αποδεκτή και αποτελεί συλλογική τάση. Έτσι μια ολόκληρη κοινωνία, ένας ολόκληρος πολιτισμός παγιδεύεται σε ένα αυτοσκοπό (σε μη νοηματική συνύπαρξη με οτιδήποτε άλλο).
Ο Πλάτωνας έλεγε: "Όταν ο πλούτος καθοδηγείται από την άγνοια, είναι χειρότερος από τη φτώχεια γιατί μπορεί να σπρώξει τα πράγματα πιο ισχυρά προς μια λανθασμένη κατεύθυνση".

Δεν προσδοκώ. Βιώνω. Είμαι ζωντανός μέσα στο χρόνο και χαίρομαι τη ζωή μέσα σ' αυτόν. Δεν περιμένω στο μέλλον να χαρώ με την ικανοποίηση της επιθυμίας μου. Αλλά ακόμα κι όταν αυτή ικανοποιηθεί διαπιστώνουμε πως το κενό μέσα μας παραμένει και νέες επιθυμίες έρχονται να συμπληρώσουν τις παλαιότερες. Μια διαρκής τετάνωση του ψυχολογικού μας κόσμου που δεν μπορεί να ευτυχίσει καθώς αισθάνεται μια διαρκή στέρηση. Αυτή όμως η στέρηση είναι προϊόν της έλλειψης στοχασμού και ευαισθησίας.
Κι όπως λέει και ο συγγραφέας Γιάννης Ζήσης στο βιβλίο του "Ειρήνη και Διανόηση":
"Δεν μπορούμε να αντέξουμε ένα άπειρο χαράς, μόνο να την επιθυμούμε και να την μεταθέτουμε. Αυτό συμβαίνει και με την ειρήνη, τη δικαιοσύνη, το μερισμό, τη δημοκρατία, κλπ.... Το πραγματικό πεδίο ηρωισμού είναι το συνειδησιακό, γιατί εκεί αναχαιτίζεται η εσωτερική βαρβαρότητα.... Ο άνθρωπος θεμελιώνει θρησκείες χωρίς αγάπη, κράτη χωρίς ελευθερία, φθάνει σε αγάπη χωρίς Αγάπη, σε ελευθερία χωρίς Ελευθερία, σε χρήση εννοιών χωρίς το νόημά τους."

Ετικέτες

17 Μαρτίου 2007



Μονοπάτια



Πού ‘ναι τα παλιά μονοπάτια

που μύριζαν λυγαριά και ρίγανη;

Πού ‘ναι που όταν έβρεχε, έκσταση

έφερνε η μυρωδιά του βρεγμένου χώματος;


Αυτές τις ατραπούς θέλω να διαβώ.

Τις δύσβατες

που ανεβοκατεβαίνουν τις πλαγιές ανιχνεύοντας την ομορφιά.

Αυτές όπου λεπτά αισθήματα

γεμίζουν την ύπαρξή σου.


Όχι τους ασφαλτοστρωμένους και άνετους δρόμους

της θλίψης και της μηχανής.

Όχι τις λεωφόρους του άψυχου και του γκρίζου.

Όχι τις οδούς του συνωστισμού και της μαζικότητας.


Μόνος ή με λίγους φίλους

αγαπητά όντα, ανθρώπους και ζώα.

Να περνώ ανάμεσα σε ξύλινους φράκτες

με τα πουλιά να κελαηδούν στα δέντρα

και τα τζιτζίκια να χαλούν τον κόσμο.

Μόνος να θαυμάσω τη ζωή

που φυτρώνει στις ρωγμές του βράχου

που στραφταλίζει στον ιστό της αράχνης

που πετάει μαζί με τη μέλισσα.

Να νιώσω το πυρωμένο από τον ήλιο χώμα

στα ξυπόλυτα πόδια μου.


Μόνος ή με λίγους αγαπητούς φίλους

Ανθρώπους και ζώα.

Να περνώ ανάμεσα απ’ τα περιβόλια

και τους ελαιώνες

να ξεδιψώ στην πηγή και να ξεκουράζομαι

στη σκιά του δένδρου με μια καρδιά φουσκωμένη

από φιλία για τα πάντα.


Κι όχι με τους πολλούς άγνωστους

που αντιπαθούν ο ένας τον άλλο

που καταστρέφουν τα τοπία και την ομορφιά

που τερατουργούν με πρόφαση το κέρδος.

Ένα αληθινό θρίλερ βρικολάκων και ζόμπι

που εξοντώνουν τη ζωή

στις κρεατοβιομηχανίες, στην εντατική γεωργική καλλιέργεια,

στα νταμάρια και στις μεγαλουπόλεις.


Ομορφιά! Ομορφιά! Εξορισμένη απ’ τη ζωή των ανθρώπων…

που αγάπησαν περισσότερο την επιθυμία και την εξουσία

που όρισαν την άνεση ύψιστη αξία.

Ομορφιά! Κρυμμένη μέσα στο μόχθο.

Στην ειλικρινή θέληση δηλαδή

εκείνων που γνήσια σ’ αναζητούν.

03 Μαρτίου 2007



Ηπιότητα: η βάση της συνύπαρξης

Μια λέξη διατρέχει όλο το σύγχρονο καπιταλιστικό ή καταναλωτικό σύστημα: η βία.
Μια βία που έχει μολύνει τα πάντα, τα μυαλά, τις συνειδήσεις, τις επιλογές, τον τρόπο ζωής μας, την τέχνη, τη διασκέδασή μας, την αρχιτεκτονική μας, τον ελεύθερο χρόνο μας, τις σχέσεις μας, την εργασία μας κλπ.
Μια βία που έχει παγκοσμιοποιηθεί πλέον. Σιγά σιγά παραδίνονται και οι τελευταίες ήσυχες γωνιές του πλανήτη.
Ο βίαιος θόρυβος των μηχανών και των μέσων επίγειας, θαλάσσιας ή εναέριας μεταφοράς εισβάλουν παντού καταστρέφοντας την ησυχία και την αρμονία των τοπίων.

Χάνονται αργά αλλά σταθερά και οι γαλήνιες ώρες μας. Οι ώρες της χαλαρωτικής ραστώνης.
Καταστρέφοντας τα θεμέλια της ζωής δεν έχουμε συνειδητοποιήσει ότι καταστρέφουμε και τις ζωές μας.
Δεν προλαβαίνουμε να ξεκουραστούμε από το άγχος της δουλειάς ούτε και τα Σαββατοκύριακα. Έχουμε εγκλωβιστεί στα διαμερίσματά μας. Πού να πας; Θα μπλέξεις στην κίνηση των δρόμων.
Παρθένα μέρη άλλωστε δεν υπάρχουν κοντά στο άστυ. Και όπου υπάρχει λίγο πράσινο, ο κόσμος συνωστίζεται.
Βέβαια αυτό που αφήνει πίσω του μοιάζει με αυτό που τον ανάγκασε να έρθει στο πράσινο λίγες ώρες πριν: η σκουπιδίσια ζωή του!


Η ηπιότητα δεν είναι ρομαντικό όνειρο όμως. Είναι απλά η πιο σημαντική παράμετρος μιας μεγάλης και ριζοσπαστικής απόφασης που είναι πλέον ανάγκη να πάρουμε. Ο πλανήτης μας δεν αντέχει περισσότερη βία.
Έχουμε ξεφύγει εδώ και πολλές δεκαετίες από οποιαδήποτε ορθολογική αντιμετώπιση του περιβάλλοντος. Το παράλογο μπορεί να ασκεί τη γοητεία του αλλά είναι αυτοκαταστροφικό από τη φύση του. Και αν δεν είναι παράλογο αυτό που συμβαίνει με τις μεγαλουπόλεις τότε τι είναι; Αν δεν είναι παράλογο αυτό που συμβαίνει με τα σκουπίδια και τα απόβλητα τότε τι είναι; Αν δεν είναι παράλογα τα φυτοφάρμακα, οι βιομηχανίες κρέατος, η αποψίλωση των δασών και η καταστροφή των ειδών, η υπεραλίευση και η μόλυνση των νερών τότε τι είναι;
Το μεγαλύτερο περιβαλλοντικό πρόβλημα στον πλανήτη είναι η ανθρώπινη βία.

Πράσινη επιχειρηματικότητα. Αυτό είναι το κλειδί. Μόνο που πρέπει να γίνει η κυρίαρχη οικονομική ιδεολογία μέσα στα επόμενα χρόνια. Κάθε πράσινη επιχειρηματικότητα δεν μπορεί παρά να είναι ήπια. Δεν στοχεύει σε υπερκέρδη αλλά σε ποιότητα προϊόντων και ζωής.
Ο μέσος άνθρωπος πρέπει να συνειδητοποιήσει πως τα υπερκέρδη είναι πάντα για τους πολύ λίγους. Ο στόχος του λοιπόν πρέπει να είναι η ποιότητα και ο εξορθολογισμός της ζωής του. Εικόνες σαν την παρακάτω μπορούν να ξαναγεννηθούν μέσα σε μια βιολογική αγροικία, χωρίς αυτοί που θα την κατοικούν να υποφέρουν ή να έχουν περιθωριοποιηθεί.





Οι κάτοικοι του πιο κάτω χωριού δε χάσανε από την προσπάθεια τους να διατηρήσουν αναλλοίωτη την αρχιτεκτονική ταυτότητά του. Ο τουρισμός έχει γεμίσει τα ταμεία τους και η επιχειρηματική τους προσπάθεια και ένταση έχει μειωθεί έχοντας ταυτόχρονα μειωθεί και το οικονομικό τους άγχος, και όλα αυτά με αύξηση και της δικής τους ποιότητας ζωής.